Ήθελε να τσακίσει τον εαυτό του στα χέρια αυτής της γυναίκας…
Ήθελε να τσαλακώσει το κορμί του στα φιλιά και στα χάδια αυτής της γυναίκας…
Σάββατο βράδυ, έντεκα και μισή, χειμώνας…
Το αυτοκίνητό του σταμάτησε έξω από το μαγαζί που τραγουδούσε εκείνη…
Οι παρκαδόροι έτρεξαν να τον εξυπηρετήσουν…
Τον ήξεραν πια και ήξεραν ότι είναι από εκείνους τους πελάτες που πάντα άφηναν καλό φιλοδώρημα στο τέλος της βραδιάς…
Μιας βραδιάς, που πάντα τελείωνε στο ξημέρωμα της επόμενης ημέρας…
Πάντα ερχόταν μόνος, πάντα έφευγε μόνος…
Σαν τους μοναχούς που πάνε πρωί – πρωί στην εκκλησία, πριν ακόμη ανατείλει ο ήλιος, για να δοξάσουν Αυτόν, στον οποίο είναι ταγμένοι…
Έτσι κι’ αυτός, ακολουθώντας την εσωτερική του ανάγκη, εμφανιζόταν μέρα παρά μέρα στο ξενυχτάδικο αυτό, για να αποτίσει φόρο λατρείας στην μία και μοναδική αγαπημένη της ζωής του…
Πάντα εκεί, στο τραπέζι της γωνίας…
Με δυο ποτήρια επάνω, ένα δικό του και ένα για κείνη…
Το δικό του, πάντα άδειο, λες και υπήρχε μία αόρατη σύνδεση ανάμεσα στα χείλη του ποτηριού και στα σωθικά του…
Το δικό της, πάντα γεμάτο, ξέχειλο από το ποτό, για να του θυμίζει το πόσο γεμάτη ήταν η ζωή του από εκείνη…
Και όταν εμφανιζόταν στην σκηνή, τραγουδώντας με εκείνη την μπάσα φωνή που ανέσταινε μέσα του κάθε δείγμα αλήθειας και αγάπης που κουβαλούσε, καθόταν και την κοιτούσε βουρκωμένος, από την δύναμη των αισθημάτων που ένοιωθε…
Ποτέ δεν της είχε μιλήσει για τον κρυφό του πόθο για εκείνη, αν και ήταν κοινό μυστικό σε όλους…
Δεν της είχε μιλήσει ποτέ…
Και ούτε επρόκειτο να το κάνει…
Πίστευε, ότι θα ήταν και η τελευταία φορά που θα την έβλεπε, έτσι και έκανε την κίνηση να της μιλήσει…
Φοβόταν την απόρριψη…
Φοβόταν να αντικρύσει το γέλιο της κοπέλας αυτής, της μοναδικής γυναίκας που τον συντάραξε συθέμελα…
Γιατί θα γέλαγε…
Ποιος ήταν αυτός που θα της έλεγε ότι την αγαπούσε και εκείνη δεν θα γέλαγε;;;
Αυτά σκεφτόταν κάθε φορά που την έβλεπε να τραγουδάει…
Απομόνωνε οποιαδήποτε άλλη εξωτερική παρεμβολή και προσηλωνόταν σε κείνη, που γέμιζε την σκηνή με την παρουσία της…
Κάρφωνε το βλέμμα του στα μάτια της, προσπαθώντας να κλέψει βίαια κάθε ματιά της, κάθε πεταχτό της πέρασμα από τα μάτια του…
Άλλαζαν χρώμα τα μάτια του, κάθε φορά που συναντιόντουσαν με τα δικά της…
Έπαιρναν το χρώμα της μαύρης θάλασσας, της τρικυμισμένης, εκείνης που κάθε ναυτικός φοβάται, εκείνης που κάθε ναυτικός θέλει να αποφύγει αλλά ζητάει απεγνωσμένα να ταξιδέψει μέσα της για να την νικήσει…
Θόλωνε και μαύριζε το βλέμμα του, θόλωνε και μαύριζε η ψυχή του…
Αντάριαζε…
Φούσκωνε…
Πνιγόταν…
Και του άρεσε…
Και το ζητούσε…
Πολλές φορές, τραγούδαγε κι’ αυτός παρέα της…
Τραγούδαγε κι’ αυτός μαζί της, την αγάπη που ποτέ δεν θα του έδινε, την αγάπη που ποτέ δεν θα γνώριζε μαζί της…
Τραγούδαγε και μοιρολογούσε την ίδια στιγμή…
Την αγάπη του, τη ζωή του, την ανάστασή του, τον θάνατό του…
Τελείωνε το πρόγραμμά της και έφευγε από την σκηνή…
Τότε επανερχόταν κι’ αυτός στην πραγματικότητα…
Και έπινε…
Περισσότερο…
Και έτσι τον έβρισκε το πρωί…
Παρέα με ένα μπουκάλι άδειο, ένα ποτήρι άδειο και ένα ποτήρι ξέχειλο…
Παρέα με μία ζωή άδεια, με ένα σώμα άδειο και με μία ψυχή γεμάτη…
(‘Femme en Bleu avec Guitare’ by Tamara de Lempicka)
Related Posts:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
5 σχόλια:
τόσο αληθινό μες στην υπερβολή του...
Δεκεμβρίου 02, 2006 9:37 μ.μ.καλό βράδυ Γιώργο
γεμίζουν έτσι οι ψυχές;
Δεκεμβρίου 02, 2006 10:16 μ.μ.μάλλον ραγίζουν και τίποτα δε μπορεί να παραμείνει μέσα μετά.
καλό βράδυ γιώργο
μπάφιασα με τους ανεκπλήρωτους έρωτες.
ζει εναν ερωτα κι αυτο τον κανει να ζει,του δινει τη δυναμη να συνεχιζει και να βλεπει χρωματα ακομα κι εκει που δεν υπαρχουν.Τον σπρωχνει μακρια,πολυ μακρια κι αυτο ειναι ενα ταξιδι πολυτιμο κι ανεκτιμητο.Μαζι του κι εγω...
Δεκεμβρίου 03, 2006 1:14 π.μ.Απορριψη
Δεκεμβρίου 03, 2006 2:49 π.μ.Και ποιος δεν τη φοβαται...
Οι ποιο δηλοι ομως χωρις να βγαζω εμενα απ'εξω...μενουν μονοι τους...με αδεια μπουκαλια και ψυχες γεματες!
Τελειο!!!!!!!
Καλο βραδυ Γιωργο
καλησπέρα...
Δεκεμβρίου 03, 2006 11:21 μ.μ.@ιουλία
μπορεί και να μην θέλει να το κάνει...
μπορεί και να φοβάται...
ποτέ δεν ξέρεις...
@αλκυόνη
σ'ευχαριστώ πολύ...
@αλκιμήδη
κάποιων ανθρώπων οι ψυχές, γεμίζουν με το ανεκπλήρωτο...
είναι καλύτερη η ελπίδα από την αποτυχία, πολλές φορές...
@εύα
καλά ταξίδια, τότε...
θέλει δύναμη και θάρρος, πιστεύω...
@ανατολή
συμφωνώ ανατολή...
σ'ευχαριστώ πολύ...
Δημοσίευση σχολίου