Ήταν ένα βροχερό απόγευμα του Νοεμβρίου…
Στους δρόμους, τα αυτοκίνητα συνωστίζονταν…
Κορναρίσματα, φωνές, νερά, ομπρέλες, πλατσουρίσματα, φώτα…
Ένα παράξενο happening μουσικής και κίνησης…
Αυτή, τα παρατηρούσε όλα αυτά από το παράθυρο του γραφείου της…
Ότι είχε τελειώσει τη σύσκεψη για την επέκταση των προϊόντων της Εταιρείας, στις νέες αγορές της Ανατολικής Ευρώπης…
Χτύπησε η πόρτα…
Ήταν η Κάλια, η γραμματέας της…
‘Κα Τάνια, αν δεν με θέλετε κάτι να φύγω. Με περιμένει ο γιος μου στο σπίτι να διαβάσουμε μαζί.’ της είπε…
‘Όχι. Δεν σε χρειάζομαι κάτι. Και ‘γω δεν θα κάτσω πολύ. Νοιώθω κουρασμένη και θα φύγω. Καλό βράδυ. Φιλιά στον μικρό.’ αποκρίθηκε με ένα χαμόγελο κούρασης στα χείλη της…
‘Θα του τα δώσω. Καληνύχτα. Καλή ξεκούραση.’ είπε χαμογελώντας αντίστοιχα η Κάλια και έκλεισε την πόρτα…
Έμεινε, πάλι, μόνη με τις σκέψεις της και το βλέμμα της να κοιτάει τους πλημμυρισμένους από αυτοκίνητα, κόσμο και νερά δρόμους…
Οι σκέψεις της έμοιαζαν κι’ αυτές πλημμυρισμένες…
Από την μία, η δουλειά…
Αυξημένες υποχρεώσεις, αυξημένες αρμοδιότητες…
Και από πουθενά να στηριχτείς…
Όλοι της την είχαν στημένη στη γωνία…
Δεν μπορούσαν να δεχτούν ότι μία γυναίκα θα μπορούσε να κάνει τη δουλειά ενός άντρα τόσο καλά όσο αυτός…
Ίσως και καλύτερα βέβαια, μιας και η πεποίθησή της ήταν ότι αυτή διέθετε διαίσθηση που κανένας άντρας δεν είχε…
Και τώρα, με την επέκταση της Εταιρείας, ήταν το κρίσιμο τεστ γι’ αυτήν…
Από την άλλη, ήταν ο Κώστας…
Η σχέση της τα τελευταία 5 χρόνια…
Σχέση…
Αν μπορούσε να λεχθεί έτσι…
Γι’ αυτήν, ήταν όλη της η ζωή…
Για ‘κείνον, ήταν η μισή ζωή του…
Η άλλη μισή ήταν στα παιδιά και στη γυναίκα του…
Όχι ότι δεν την αγαπούσε ή δεν ήθελε να είναι μαζί της και εύρισκε πρόφαση στην ήδη τακτοποιημένη ζωή του…
Απλά, τα παιδιά ήταν σε μία κρίσιμη ηλικία και δεν έπρεπε να διαταραχθεί ο ψυχικός τους κόσμος…
Με τη γυναίκα του, είχε ξεκαθαρίσει τα πράγματα…
Από χρόνια η σχέση τους δεν πήγαινε καλά…
Και της είχε εξηγήσει ότι δεν θέλει να την κοροϊδεύει και ότι δεν μπορεί να προσποιείται για κάτι που δεν νοιώθει…
Και είχαν χωρίσει τις ερωτικές τους ζωές, κρατώντας μία στάση σιωπής και αλληλοκατανόησης μεταξύ τους…
Για χάρη μόνο των παιδιών έμεναν μαζί, κάτω από την ίδια στέγη…
Ευτυχώς, αυτό θα τελείωνε το πολύ σε 3 χρόνια και μετά θα χαιρόντουσαν ελεύθεροι την κοινή ζωή τους…
Όλα καλά και τακτοποιημένα μέχρι σήμερα…
Από καιρό αισθανόταν κάποιες μικροζαλάδες, είχε εμετούς…
Το μυαλό της δεν είχε πάει σ’ αυτό που σήμερα το πρωί έδειξαν οι εξετάσεις…
Ήταν έγκυος…
Πάντα έπαιρναν προφυλάξεις με τον Κώστα…
Πως έγινε;;;
Αυτό, της ανέτρεπε όλα τα δεδομένα…
Και στη δουλειά και στην σχέση της με τον Κώστα…
Για την δουλειά, είχε παλέψει με νύχια και με δόντια για να την διεκδικήσει και να την πάρει…
Θα την παράταγε για τουλάχιστον 12 μήνες;;;
Και μετά, πως θα μπορούσε να συνδυάσει παιδί και δουλειά μαζί;;;
Με τον Κώστα, είχαν πάρει την απόφαση να μην είναι το παιδί πρωταρχική τους βλέψη, λόγω της κατάστασης μεταξύ τους, που ήταν ακόμη ρευστή…
Να του πει κάτι τέτοιο τώρα;;;
Θα τον έκανε να πιστεύει ότι προσπαθεί να επισπεύσει τις εξελίξεις ανάμεσά τους…
Να το αποβάλλει;;;
Και μόνο στην σκέψη, απεχθανόταν τον εαυτό της…
Τι να έκανε;;;
Ποτέ δεν της είχε περάσει αυτό το ενδεχόμενο από το μυαλό…
Λανθασμένος τόπος και χρόνος…
Χοντρό μπέρδεμα και πουθενά διέξοδος…
Η σκέψη αυτή την βασάνιζε από το πρωί…
Στη δουλειά ξεχάστηκε…
Τώρα όμως που ηρέμησε, φούντωσε ξανά στο μυαλό της…
Στον Κώστα δεν είχε μιλήσει ακόμη…
Ήθελε να τον βλέπει στα μάτια και να του το πει…
Αποφάσισε να πάει κάπου και να πιεί…
Μόνη…
Ιδιαίτερη αντίδραση από μέρους της…
Δεν το είχε ξανακάνει…
Αλλά τώρα το είχε ανάγκη…
Έβαλε το αδιάβροχό της, πήρε την επαγγελματική της τσάντα και βγήκε από το γραφείο…
Σκέφτηκε πόσο θα της έλειπε αυτή η σκηνή, αν έκανε παιδί…
Σκέφτηκε αντίστοιχα την σκηνή που θα μπαίνει στο σπίτι της και θα βλέπει το παιδί της να την περιμένει να διαβάσουν παρέα…
Τελικά κατάλαβε ότι το ποτό δεν το ήθελε για να ξεκαθαρίσει τι θα έκανε…
Το ποτό το ήθελε για να μπορέσει να μιλήσει στον Κώστα…
Του τηλεφώνησε να βρεθούν σε 1 ώρα στο γνωστό μπαράκι που σύχναζαν…
Βγήκε στο δρόμο και ανακατεύθηκε με το βρεγμένο πλήθος στους βρεγμένους δρόμους…
Περνώντας από ένα κατάστημα με παιδικά ρούχα κοντοστάθηκε…
Κοίταξε ένα μικρό ροζ φορεματάκι και ένα μπλε γαλάζιο παντελονάκι…
Ένοιωσε ένα κλάμα να κυλάει στο πρόσωπό της…
Έστρεψε το βλέμμα και κατευθύνθηκε προς το μπαράκι που είχε να συναντήσει τον Κώστα…
Η βροχή ξεκίνησε να πέφτει ξανά…
‘Ευτυχώς’ σκέφτηκε…
‘Έτσι, θα έχω μία δικαιολογία για το βρεγμένο μου πρόσωπο’…
(‘Rain dance “The Red Umbrella”’ by Debra Hurd)